Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Φιλική Εταιρεία στο Ιόνιο – Διερευνώντας τους παράγοντες ίδρυσης της Φιλικής Εταιρείας στα Νησιά του Ιονίου



Φίλοι είχαν την καλωσύνη να μας γνωστοποιήσουν το παρακάτω αξιόλογο άρθρο, το οποίο κυκλοφορεί στο διαδίκτυο. Το αναδημοσιεύουμε από τον λευκαδίτικο ιστότοπο όπου βρίσκεται:

http://www.kolivas.de/2011/02/φιλική-εταιρεία-στο-ιόνιο-διερευνώντ/



ΝΙΚΟΣ Κ. KΟΥΡΚΟΥΜΕΛΗΣ,

Διδάκτωρ Φιλοσοφίας


Ένα από τα πλέον καίρια ερωτήματα, που πρέπει να τεθούν κατά τη διαδικασία διερεύνησης των παραγόντων που συνέβαλαν στην ίδρυση και τη λειτουργία της Φιλικής Εταιρείας, είναι εάν τα πρόσωπα, που αναμίχθηκαν σε αυτές, ενέργησαν μεμονωμένα και από προσωπικούς λόγους ή από εταιριστικό καθήκον, οργανωμένα σε εταιρείες (μυστικές και φανερές, συλλόγους ή και απλές ομάδες.

Πιο συγκεκριμένα: συμμετείχαν ως πρόσωπα που συνδύασαν την τεκτονική με την εταιριστική ιδιότητα ή ως μέλη των Ελευθεροτεκτονικών Στοών, που λειτουργούσαν τότε υπό την «Γαληνοτάτη Μεγάλη Ανατολή της Ελλάδος εν Ανατολή Κερκύρας» (1812), με κύριο συντελεστή στη λήψη των αποφάσεων τον Zακύνθιο Διονύσιο κόμη δε Ρώμα, πρώην πρύτανη Κερκύρας και γερουσιαστή της Επτανήσου Γερουσίας, που αργότερα εξελίχθηκε σε απόλυτο χειριστή των πραγμάτων της Φιλικής και του επαναστατικού Αγώνα στη Δυτική Ελλάδα. (1)

Σύμφωνα με τις κρατούσες απόψεις, ο Διαφωτισμός είναι ο κύριος δημιουργικός παράγων των επαναστατικών γεγονότων, καθώς, μεταξύ των άλλων, του χρεώνονται Επαναστάσεις, όπως η Αμερικανική (1776), η Γαλλική (1789) και η Ελληνική (1821), τα πολιτικά κείμενα των οποίων είναι σαφώς διατυπωμένα, σύμφωνα με τα δικά του ιδεολογικά πλαίσια. (2)

Ειδικότερα για την Ελληνική Επανάσταση (1821), γίνεται αναφορά και σε συγκεκριμένη εκδήλωσή του που ονομάζεται «Ελληνικός Διαφωτισμός», ο οποίος προσαρμόζει τις αρχικές ιδέες στις ανάγκες του υπόδουλου ελληνικού έθνους. Αυτό το «ιδεολογικό, φιλολογικό, γλωσσικό και φιλοσοφικό ρεύμα» εμφανίστηκε όπου υπήρξε οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των Ελλήνων, με αποτέλεσμα τα μέλη συγκεκριμένων κοινωνιών, όχι υποχρεωτικά εντός του ελληνικού χώρου, ως φορείς εκπαιδευτικής ανανέωσης, να επιδιώξουν σε πρώτη φάση την ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας και, στη συνέχεια, την επαφή με το ευρωπαϊκό πνεύμα, μέσω των κειμένων (πρωτότυπων ή σε μετάφραση). Με αυτό τον τρόπο, αρκετά ενωρίς μεταφράστηκαν στα ελληνικά έργα των διαφωτιστών, ενώ προς τα μέσα της περιόδου εκδόθηκαν και πρωτότυπα έργα Ελλήνων (και η επτανησιακή συμβολή εδώ είναι αξιοσημείωτη, καθώς συμπεριλαμβάνονται τα έργα του Ευγένιου Βούλγαρη και του Νικηφόρου Θεοτόκη). (3)

Ο Ελληνικός Διαφωτισμός, ακολουθώντας τα πρότυπά του, επεδίωξε τη γενική εκπαίδευση και την απαλλαγή από τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες και εναντιώθηκε στο πολιτικό, κοινωνικό και θρησκευτικό κατεστημένο της εποχής του. Παρουσίασε, όμως, σημαντικές διαφορές από αυτά. Ως ιδεολογικό ρεύμα το κύριο αίτημά του, η Παιδεία, είχε ως αποκλειστικό σκοπό την απελευθέρωση του Έθνους και από τα συστατικά του, η εναντίωση στο κατεστημένο της εκκλησίας έφθανε σε πολύ χλιαρές αντικληρικές απόψεις και, σε καμία περίπτωση, στην αθεΐα. (Η επτανησιακή συμβολή σημειώνεται και εδώ με την προϋπόθεση ο ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας, ήτοι «του Λόγου περί Ελευθερίας», να είναι ο Κερκυραίος Ιωάννης Πασχάλης – Δονάς). (4)

Με το τέλος της Βενετικής διοίκησης και την εγκατάσταση επαναστατικών δημαρχείων (1797) από τα Γαλλικά δημοκρατικά στρατεύματα, που με τα χρώματα της Κισαλπινικής δημοκρατίας κατέλαβαν τα νησιά του Ιονίου και τις βενετικές κτήσεις στην Ήπειρο (το Βουθρωτό, την Πάργα, τη Βόνιτσα, την Πρέβεζα), εισέρρευσαν στην περιοχή τα κηρύγματα της Γαλλικής Επανάστασης. Σύντομα, διάφορα σωματεία Ιακωβίνων ανέλαβαν την πολιτική και κοινωνική διαπαιδαγώγηση του πληθυσμού, ενώ στο κρατικό τυπογραφείο, που εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα, τυπώθηκαν μεταξύ των άλλων επαναστατικών προκηρύξεων και ελληνικά επαναστατικά φυλλάδια, τα οποία μαζί με τις εκδόσεις του Κοραή, έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο στην αφύπνιση και την τόνωση του πατριωτισμού του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής. Τα φυλλάδια αυτά ήταν:

α. Ο ΘΟΥΡΙΟΣ ΤΟΥ ΡΗΓΑ (Ως πότε παλικάρια), δίφυλλο τετρασέλιδο εις 4ο σχήμα.

β. Ο ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ ΡΗΓΑ (Όλα τα έθνη πολεμούν), εξάφυλλο – δωδεκασέλιδο εις 8ο σχήμα.

γ. Ο ΥΜΝΟΣ στον ΜΠΟΝΑΠΑΡΤΕ του Χριστόφορου Περραιβού (Τι θάμβος κι άμετρος χαρά), δίφυλλο – τετρασέλιδο εις 8ο σχήμα.

Ειδικότερα, στην Κέρκυρα, που εγκαταστάθηκε η επαρχιακή επαναστατική διοίκηση, ως ιακωβινικά σωματεία αναφέρονται η «Πατριωτική Εταιρία Δημόσιας Μόρφωσης» και η «Συνταγματική Λέσχη», των οποίων, εκτός της πολιτικής κριτικής και της πνευματικής αντίδρασης, παράλληλο έργο υπήρξε η αφύπνιση της εθνικής συνείδησης και η γέννηση των πρώτων ελπίδων για την εθνική αποκατάσταση του ελληνικού πληθυσμού. Είναι χαρακτηριστική η αιτιολογία που προέβαλε το κομιτάτο της κοινής σωτηρίας για την ίδρυση της Πατριωτικής Εταιρείας (Πρακτικό Προσωρινού Δημαρχείου, 28 Σεπτεμβρίου 1797) «… Ο λαός μπορεί να ονομαστεί ελεύθερος τότε μόνον όταν διαπαιδαγωγηθεί, όταν απελευθερωθεί από τις αλυσίδες των προλήψεων και προχωρήσει στο δρόμο της Αρετής …».

Από τα μέλη αυτών των λεσχών κάποια (Π. Α. Βονδιώλης, Σπυρίδων Γεώργιος κόμης Θεοτόκης, Π. Ν. Κουαρτάνος, Νικόλαος Μπαρμπάτης, Νικόλαος Λοβέρδος, Δημήτριος Αρλιώτης, Δημήτριος Δελβινιώτης, Ιωάννης Βαπτιστής κόμης Θεοτόκης) δραστηριοποιήθηκαν πολιτικά σε όλο το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα.

Στην αφύπνιση της εθνικής συνείδησης συνέβαλε σημαντικά και η κατάταξη Ελλήνων εθελοντών σε γαλλικές στρατιωτικές μονάδες, όπως των «Ελαφρών κυνηγών της Ανατολής» του Νικόλαου Παπάζογλου και τα συντάγματα των Πελοποννησίων, των Ακαρνάνων, των Χειμαριωτών και των Σουλιωτών.

Τους Γάλλους δημοκρατικούς διαδέχθηκε κοινή ρωσο – τουρκική διοίκηση, η οποία στις 9/21 Μαρτίου 1800 αναγνώρισε τα νησιά του Ιονίου και τις βενετικές κτήσεις ως ομοσπονδιακή δημοκρατία με την ονομασία «Δημοκρατία των Επτά Ενωμένων Νησιών» (Επτάνησος Πολιτεία και Repubblica Settinsulare) με σύνταγμα, σημαία, στρατό και διπλωματική εκπροσώπηση. Η Επτάνησος Πολιτεία, το πρώτο κράτος Ελλήνων στον εθνικό χώρο, έκανε ευρύτατη χρήση του όρου «Γένος» για τον προσδιορισμό υπηρεσιών και ιδρυμάτων της, όπως «Βιβλιοθήκη του Γένους» και «Τυπογραφία του Γένους» και αναπτέρωσε τις ελπίδες του Πανελληνίου για εθνική αποκατάσταση.

Παράλληλα, συνέβησαν δυο μεγάλης πολιτικής σημασίας γεγονότα:

Πρώτο: Στην προσπάθεια των εκπροσώπων του παλαιού (αριστοκρατικού) καθεστώτος να επιβληθούν πλήρως, αντέδρασαν στην Κέρκυρα τα εκπαιδευμένα, πλέον, ενεργά πολιτικά στοιχεία και συγκρότησαν πολιτικό μόρφωμα με τη συμμετοχή των παραγωγικών τάξεων που αυτοπροσδιορίσθηκε ως «Έντιμη Αντιπροσωπεία» (Οnoranda Deputazione). Αυτή σε μια προσπάθεια ουσιαστικής παρέμβασης στα πολιτικά δρώμενα, ψήφισε το δικό της καταστατικό χάρτη με τον τίτλο «Έκθεσις συστατική γιναμένη από τη Δεπουτατζιόν της Χώρας, Μπόργκων και Ξεχώρου της νήσου των Κορυφών, τας 21 Οκτωβρίου 1801», που, παρά τις νομοτεχνικές ατέλειές του, αποτελεί ένα σημαντικότατο πολιτικό κείμενο του νέου ελληνισμού.

Δεύτερο: Μια συμπαγής αν και ευρύτατη πολιτική ομάδα, που επιθυμούσε την πλήρη αποκατάσταση του ελληνικού χαρακτήρα της Πολιτείας, υπό τους δυο αιρετούς ηγεμόνες του Κράτους και Προέδρους της Επτανήσου Γερουσίας, τον Κερκυραίο Σπυρίδωνα – Γεώργιο κόμη Θεοτόκη και τον Ζακύνθιο Αντώνιο κόμη Κομούτο, και υπό την καθοδήγηση του γραμματέα της επικράτειας Ιωάννη κόμη Καποδίστρια, προώθησε νομοθετικές ρυθμίσεις για την ελληνική γλώσσα και την ελληνική εκπαίδευση. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα λόγου του Σπυρίδωνα – Γεώργιου κόμη Θεοτόκη (14/26 Οκτωβρίου 1803 «…Το Έθνος μας που αναγεννήθηκε απόκτησε όνομα ελληνικό, πατρίδα ελληνική και ελευθερία ελληνική …».

Όταν έναν ακριβώς μήνα μετά τη συνθήκη του Τίλσιτ (7 Ιουλίου 1807), επανήλθαν τα ναπολεόντεια αυτοκρατορικά στρατεύματα στην περιοχή και προσάρτησαν τα νησιά στη γαλλική επικράτεια, βρήκαν μια άλλη κοινωνία από εκείνη που είχαν βρει τα στρατεύματα της Δημοκρατίας το 1797, τότε που ο φιλόλογος Αρνώ έγραφε στον στρατηγό Βοναπάρτη σχετικά με τη μορφή της πρώτης επαναστατικής προκηρύξεως προς τους Ιονίους: «…Επεδίωξα να συνδυάσω μια κάποια ανωτερότητα με πολύ απλότητα. Οι Έλληνες με τους οποίους θα έχωμε να κάμωμε δεν είναι ούτε ούτε Ευριπίδες ούτε Πλάτωνες. Αντίθετα, λένε ότι είναι πολύ απλοί..»

Στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρεται ότι μεταξύ των χώρων ανάπτυξης των ιδεών του Διαφωτισμού και εξ αυτού των επαναστάσεων υπήρξαν και οι Μυστικές Εταιρείες. Εύλογο, λοιπόν, είναι το ερώτημα εάν ο Ελεύθερος Τεκτονισμός συνέβαλε στη γέννηση και την ανάπτυξη της Φιλικής Εταιρείας γενικότερα και στον Ιόνιο χώρο ειδικότερα.

Κατά τον Απόστολο Βακαλόπουλο «…κατά τις αρχές του 19ου αιώνα, οι μυστικές εταιρείες είναι το μόνο καταφύγιο των φιλελεύθερων ιδεών. Πολλές μάλιστα από αυτές γεννήθηκαν μέσα στους κόλπους του μασονισμού. Γι’ αυτό, πρέπει να ερευνηθούν συστηματικά οι σχέσεις των προεπαναστατικών ελληνικών μυστικών εταιρειών και προ πάντων της Φιλικής, με τον τεκτονισμό…». (6)

Επίσης, ο Γιάννης Κορδάτος γράφει για τον Ρήγα Φεραίο « …αν δεν περνούσε από το σχολείο του μασονισμού και του καρμποναρισμού, δε θα μπορούσε να’ ναι μπασμένος στο συνωμοτικό πνεύμα της τοτινής εποχής και να δράσει όπως έδρασε…». (7)

Όμως, καθώς, σύμφωνα με περιγραφή μέλους του, ο τεκτονισμός είναι ένα «ιδιότυπο σύστημα ηθικής»,το οποίο «χρησιμοποιεί αλληγορίες και σύμβολα παρμένα από τις συντεχνίες των οικοδόμων των Μέσων Χρόνων, εντελώς ξένο προς τις πολιτικές και θρησκευτικές διενέξεις, φθάνει μάλιστα στο να απαγορεύει ακόμα και τις σχετικές συζητήσεις μέσα στις Στοές». (8)

Και καθώς, επίσης, η Στοά περιγράφεται από Βρετανό συγγραφέα της περιόδου 1800 – 1821 ως «…μια ειρηνική λέσχη κοινωνικότητας, μια ήσυχη γωνιά στην οποία καταφεύγουν τα πιο αξιοσέβαστα μέλη της κοινωνίας για να απολαύσουν μια ευχάρι στη χαλάρωση από το μόχθο της ημέρας …». (9)

Το υποχρεωτικό ερώτημα είναι πόσο ευσταθούν οι απόψεις τεκτόνων και εναντίων, όπως του αβά Μπαρουέλ, που υποστηρίζουν ότι ο τεκτονισμός υπήρξε « …Ο μέγας σκηνοθέτης όλων των εθνικών και κοινωνικών επαναστάσεων στα 50 χρόνια μεταξύ του 18ου και του 19ου αιώνα, γιατί είχε πάντα σκοπό την ανατροπή παντός βωμού και παντός θρόνου…». (10)

Για να μη μακρηγορούμε, η κρατούσα επιστημονική άποψη γύρω από τον πόλεμο της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας, τη Γαλλική και την Ελληνική Επανάσταση είναι ότι «…Ο τεκτονισμός ως οργάνωση ήταν τελείως αμέτοχος και σε αυτές και σε οποιαδήποτε άλλη επανάσταση ή και κίνηση πολιτικής χροιάς (…) όμως ο Τέκτων έχει όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και καθήκον να μετέχει της πολιτικής, υπό την προϋπόθεση όταν προσέρχεται στη Στοά (…..) να αφήνει έξω από τη θύρα της τα ατομικά του αξιώματα και τις ατομικές του απόψεις και απασχολήσεις …». (11)

Είναι αποδεδειγμένο ότι οι Στοές για λόγους ιδεολογίας αλλά και δεοντολογίας απείχαν από παρόμοιες ενέργειες, άλλωστε «… κάθε φορά που οι Τέκτονες έκριναν ότι για μια συγκεκριμένη δράση τους ως άτομα χρειαζόταν μια οργανωτική δομή κατέφευγαν στη σύσταση κάποιας εξωτεκτονικής οργάνωσης…» και στους μηχανισμούς της εξακτίνωσης. Σαφές παράδειγμα, κατά τον Χ .Α. Ριζόπουλο, είναι η οργάνωση της Βοστώνης «Τέκνα της Ελευθερίας», τα μέλη της οποίας πραγματοποίησαν το περίφημο «Πάρτι του Τσαγιού», στις 16 Δεκ 1773, η οποία συνεδρίαζε στην ίδια ταβέρνα («Ο πράσινος Δράκος και τα οικόσημα του Τεκτονισμού») με τη Στοά του Αγίου Ανδρέα.

Ειδικότερα για τη Φιλική, σημειώνουμε ότι στα απομνημονεύματά του ο Εμμανουήλ Ξάνθος περιγράφει ακριβώς τα γεγονότα που τον οδήγησαν στην ίδρυσή της, λέγοντας ότι κατά τη μύησή του σε τέκτονα συνέλαβε την ιδέα της ιδρύσεως μιας επαναστατικής εταιρείας κατά τον τύπο των τεκτονικών στοών: «…Μεταβάς ακολούθως εις την Αγίαν Μαύραν, διά παρακινήσεως φίλου του τινός Παναγιωτάκη Καραγιάννη, εισήχθη εις την εταιρείαν των ελευθέρων Κτίστων (μασόνων) ων δε ιδεών ελευθέρων και πνέων πάντοτε μίσος κατά της τουρκικής τυραννίας συνέλαβε αμέσως την ιδέαν ότι εδύνατο να ενεργηθή μια μυστική εταιρεία κατά τους κανόνας ταύτης των ελευθέρων κτίστων, βάσιν έχουσα την ένωσιν όλων των εν Ελλάδι και εις άλλα μέρη ευρισκομένων διαφόρων καπιτάνων αρματολών και άλλων επισήμων πάσης τάξεως ομογενών, δια να ενεργήσωσιν, ευκαιρίας δοθείσης την απελευθέρωσιν της Πατρίδος…». Το απόσπασμα των απομνημονευμάτων απαντά στο κύριο ερώτημα εάν η Φιλική ιδρύθηκε από κάποιους τέκτονες ή κάποια συγκεκριμένη Τεκτονική Στοά.

Η Φιλική Εταιρεία (1814) υπήρξε μια από τις πολλές μυστικές επαναστατικές εταιρείες που παρουσιάστηκαν το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα στην Ευρώπη, όπως οι Καρμπονάροι, οι Δεκεμβριστές, οι «Καλοί Εξάδελφοι», τα μέλη του «Δεσμού της Αρετής», με πολύπλοκες ιεροτελεστίες που θύμιζαν πολύ τον τεκτονισμό. Πριν από τη Φιλική Εταιρία υπήρξαν άλλες ελληνικές μυστικές εταιρείες, όπως το «Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον», που ιδρύθηκε στο Παρίσι το 1809, με σκοπό την φροντίδα των αναγκών των Ελλήνων της Γαλλίας, αλλά με δομές εσωτερικού τάγματος. Τα μέλη της εταιρείας φορούσαν δαχτυλίδι που είχε ως σήμα δυο ενωμένα χέρια που περιβάλλονταν κυκλικά από τα γράμματα ΦΕΔΑ «Φιλίας Eλληνικής Δεσμός Άλυτος». Μέλος της υπήρξε ο άλλος ιδρυτής της Φιλικής Αθανάσιος Τσακάλωφ.

Άλλες εταιρείες που χρησιμοποιήθηκαν για την συγκάλυψη συνωμοτικών ενεργειών ήταν η υπό βρετανικό έλεγχο «Φιλόμουσος Εταιρεία των Αθηνών»(1813), που σκοπό είχε την προστασία των αρχαιοτήτων και την οργάνωση σχολείου στην Αθήνα και το ρωσικό αντίβαρό της η «Εταιρεία των Φίλων των Μουσών» που ίδρυσε ο Καποδίστριας στη Βιέννη (1814), με σκοπό τη συλλογή χρημάτων για την ενίσχυση Ελλήνων που θα φοιτούσαν σε ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Επίσης, το επιστημονικό σωματείο επιμόρφωσης «Ιονική Ακαδημία» που ίδρυσαν οι Αυτοκρατορικοί Γάλλοι (1808) στην Κέρκυρα και το βρετανικό αντίστοιχό του στη Ζάκυνθο (1811). Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της συμμετοχής των Ελλήνων στις διάφορες εταιρείες ολόκληρο τον 19ο αιώνα δίδεται το παράδειγμα του Φιλικού και αγωνιστή της Επανάστασης Παναγιώτη Καλέβρα, ο οποίος στα απομνημονεύματά του αναφέρεται στη συμμετοχή του σε διάφορες μυστικές επαναστατικές εταιρείες πριν και μετά τη Φιλική. (12)

Από τις υπάρχουσες πηγές γνωρίζουμε τη διαδρομή των μυήσεων στη Φιλική στα νησιά του Ιονίου ως εξής:

Ο Παναγιώτης Χιώτης γράφει στην «Ιστορία του Ιονίου Κράτους» (13) «… ο Ρώμας κατήχησε τον Μαρίνον Μεταξάν εις Κεφαλληνίαν, όστις πρώτος διέδωκε το μυστήριον εκεί (….). Ακολούθως μετεδόθη και εις τους προύχοντας εν Κερκύρα και εξαιρέτως προς τον Κωνσταντίνον Γεροστάθην και Ιωάννην Κεφαλά, Καποδίστριαν Αυγουστίνον και Βιάρον και Αρλιώτην…» και αλλού ότι «οι κατά τόπους υποληπτικωτέροι» υπήρξαν «… εν Επτανήσω τοιούτοι οι κόμης Βιάρος Καποδίστριας και Κωνσταντίνος Γεροστάθης εν Κερκύρα, Γεώργιος Λουρόπουλος εν Παξοίς, κόμης Διονύσιος δε Ρώμας και κόμης Αναστάσιος Φλαμπουριάρης εν Ζακύνθω ….». Σημειώνεται ότι από όλους αυτούς μόνο του Λουρόπουλου δεν έχει εξακριβωθεί η τεκτονική ιδιότητα. (14)

Από τα αρχεία Ρώμα, Στεφάνου, Δραγώνα, Καρβελλά, που χρησιμοποιεί ο Χιώτης, γνωρίζουμε ότι εκτός της Ζακύνθου και στην Κέρκυρα λειτουργούσε τουλάχιστον από το 1817, περίοδο αυστηρότατης αστυνόμευσης του Ιονίου Κράτους από τα όργανα του προτεκτοράτου, επιτροπή της Φιλικής, στην οποία μετείχαν άτομα από το συγγενικό και το φιλικό περιβάλλον του Υπουργού Εξωτερικών του Τσάρου, στην πλειοψηφία τους, εξακριβωμένα μέλη τεκτονικών στοών. Βέβαια, αναπάντητο παραμένει το ερώτημα (μετά την καταστροφή των Καποδιστριακών αρχείων το 1943) εάν όλοι αυτοί ενέργησαν οργανωμένοι και χωρίς τουλάχιστον την ενημέρωσή του. Πάντως, ο Καποδίστριας ενημερώθηκε στην Πετρούπολη για την ύπαρξη της Φιλικής, τουλάχιστον από δυο πηγές. Τέλη του 1818 από τον Ιθακήσιο (με συγγενείς στην Κέρκυρα) Νικόλαο Γαλάτη, τον οποίο και απέπεμψε σκαιότατα, (ο Γαλάτης εκτελέσθηκε τον επόμενο χρόνο στην Ερμιόνη από τον Δημητρόπουλο και τον Τσακάλωφ), και σε δυο μυστικές συναντήσεις Ιανουάριο – Φεβρουάριο 1820) από τον Ξάνθο.

Ο Χιώτης και πάλι μας πληροφορεί για την ανάπτυξη της Φιλικής στα άλλα νησιά του Ιονίου: «…Το 1817 ο Ιωάννης Ζαπραλής εμύησε τον τραγωδό Ιωάννη Ζαμπέλη… αναγορεύσας αυτόν ιερέα (…). ενώ δε εσκέπτετο ο Ζαμπέλης πώς να διαδώση το μυστήριον εις τους συμπολίτας αυτού και μάλιστα προς πολλούς των εν Λευκάδι και Ιθάκη καταδιωχθέντων υπό του Αλή πασά Ακαρνάνων και Αιτωλών, απροσδοκήτως παρουσιάζεται προς αυτόν ο συμπολίτης αυτού Άγγελος Σούνδιας με οδηγίες της εν Κερκύρα Εφορίας των Φιλικών. Αμφότεροι δε συνεννοηθέντες μυσταγωγούσι τους θερμοτέρους και πιστοτέρους συμπολίτας και πολλούς των προσφύγων. Συνιστώνται αυτοί εις επιτροπήν και συγκοινωνούσι μετά των άλλων επιτροπών Κερκύρας, Κεφαλληνίας και Ζακύνθου (1818) (…) Μετ’ ολίγον διαβαίνει εις Επτάνησον ο Αριστείδης Παπάς, απόστολος των Φιλικών. Ούτος φέρει μαζύ του εγκύκλιον του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄, προτρεπτικήν προς τους Ορθοδόξους και Επτανησίους, όπως συνεισφέρωσιν προς σύστασιν σχολείου κεντρικού εν Πελοποννήσω (… )επί σκοπώ να συνάγωνται χρήματα προς παρασκευήν του Αγώνος. Έφερε δε ο Αριστείδης μεθ’ εαυτού και τον οργανισμόν του σχολείου (…). Ο Αριστείδης διοργάνισε τας Εφορίας εν Ζακύνθω, Κεφαλληνία, Λευκάδι, Παξοίς και Κερκύρα. Υπέγραψε πολλά εφοδιαστικά προς κατηχητά, εξηγήθη πλατύτερον προς τους εταίρους περί αρχής και σκοπού της εταιρίας, και τέθηκε τους εφόρους εις αλληλογραφίαν μετά των εφοριών Πελοποννήσου, Κωνσταντινουπόλεως και Ιασίου….(1819)». (15)

Γνωστή ελαιογραφία, όπου απεικονίζεται η ορκωμοσία ενός "Φιλικού" 


Ο Χιώτης αναφέρεται επίσης σε περιστατικά με τον Ρώμα, τον Κολοκοτρώνη, τον Βιάρο και τον Ιωάννη Καποδίστρια αλλά και άλλους, κατά τα οποία, για να σωθεί το μυστικό της Φιλικής από έρευνες των αστυνομικών αρχών, παρουσιάστηκε στους τέκτονες αστυνομικούς που ενεργούσαν την έρευνα ή στους υπαλλήλους που την διέταζαν ως ανάγκη διαφύλαξης των τεκτονικών μυστικών. (16)

Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι κατά τη διαδικασία ίδρυσης και εγκατάστασης Εφορειών της Φιλικής Εταιρείας στα νησιά του Ιονίου Πελάγους, χρησιμοποιήθηκαν κυρίως πρόσωπα, τα οποία ανήκαν σε Τεκτονικές Στοές και από αυτή την ιδιότητά τους ήταν σε θέση να διαχειριστούν με μεγαλύτερη ευκολία τις καταστάσεις που απαιτούσε η (αποικιακού χαρακτήρα) ασφυχτική διοίκηση του προτεκτοράτου. Χάρις στην «πρωτομόλυνση» που είχαν υποστεί στο συνωμοτικό πνεύμα ως μέλη των Στοών, μπορούσαν καλλίτερα να ανταποκριθούν στα συνωμοτικά καθήκοντα που απαιτούσε μια μυστική επαναστατική οργάνωση όπως η Φιλική Εταιρεία.



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Βιβλιογραφία κατ’ επιλογήν Beaton R. Εισαγωγή στη Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, Νεφέλη, Αθήνα, 1996. Δημαράς Κ.Θ Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Ερμής, Αθήνα, 2002. Hobsbawm E. J., Η Εποχή των Επαναστάσεων, 1789-1848, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα, 2000. Κιτρομηλίδης Π. Μ. Νεοελληνικός Διαφωτισμός, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1996, του ιδίου, «Γλωσσικός αρχαϊσμός και φιλοσοφική ανανέωση», Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, επιμ. Μ.Ζ. Κοπιδάκης, ΕΛΙΑ, Αθήνα, 2000. Πατηνιώτης Μ. Απόπειρες διαμόρφωσης επιστημονικού λόγου στον ελληνικό χώρο του 18ου αιώνα. Αρχές της φυσικής φιλοσοφίας στο έργο του Ευγένιου Βούλγαρη και του Νικηφόρου Θεοτόκη, Διδακτορική διατριβή, Διαπανεπιστημιακό Πρόγραμμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Επιστημών και της Τεχνολογίας, Αθήνα, 2001. Μουρούτη – Γκενάκου Ζ. Ο Νικηφόρος Θεοτόκης (1731-1800) και η συμβολή αυτού εις την παιδείαν του γένους, Βιβλιοθήκη Σοφίας Ν. Σαριπόλου, Αθήνα, 1979. Batalden, S. K. Catherine II’s Greek Prelate Eugenios Voulgaris in Russia, 1771-1806, New York: Columbia University Press, 1982.

2. Τον όρο «διαφωτισμός» εννοούμε το πνευματικό κίνημα, που εκδηλώθηκε αρχικά στη Γαλλία και, στη συνέχεια, στην υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική από τα τέλη του 17ου αιώνα και είχε ως κύριους στόχους τη λύτρωση του ανθρώπινου πνεύματος από τις προλήψεις, τις δεισιδαιμονίες, την αυθεντία του κράτους και της εκκλησίας και την επικράτηση του ορθού λόγου, της πνευματικής ελευθερίας, της ανεξιθρησκίας και του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Οι «εγκυκλοπαιδιστές», κυρίως, οι Ντενί Ντιντερό (Dennis Diderot) και Ζαν ντε Ροντ ντ’ Αλαμπέρ (Jean de Ront d’Alembert ) συγκρότησαν το ιδεολογικό υπόβαθρο του Διαφωτισμού στην Εγκυκλοπαίδεια που εξέδωσαν το 1751 (Εγκυκλοπαίδεια ή Λεξικόν αλφαβητικά ταξινομημένων των τεχνών και των επαγγελμάτων – Encyclopédie ou Dictionnaire raisonné des arts et métiers), ενώ, παράλληλα, εκφραστές του Διαφωτισμού θεωρούνται οι Βολταίρος, Μοντεσκιέ και Ζαν Ζακ Ρουσσώ που διατύπωσε τη θεωρία του Κοινωνικού Συμβολαίου (1762).

3. Ως Ελληνικός Διαφωτισμός (1750 -1821) αναφέρεται το ιδεολογικό, φιλολογικό, γλωσσικό και φιλοσοφικό ρεύμα που επιχείρησε να μεταφέρει τις ιδέες και τις αξίες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού στους Έλληνες. Τους κύριους φορείς του νεοελληνικού διαφωτισμού απετέλεσαν οι Έλληνες που ζούσαν ή σπούδαζαν στην Δύση. Αυτοί παρακολούθησαν όλες τις αλλαγές που γίνηκαν στη σκέψη, τις ανακαλύψεις και τις ιδεολογικές αρχές πάνω στις οποίες πραγματοποιήθηκε η Γαλλική Επανάσταση, η οποία και δάνεισε αρχές στον ελληνικό διαφωτισμό. Καθώς σε αυτή την περίοδο δεν υπήρξε κοινωνική αντιστοίχηση των ευρωπαϊκών κοινωνιών με την υπό Οθωμανική διοίκηση ελληνική κοινωνία (η δημιουργός Αστική Τάξη υπήρχε μόνο στις υπό Βενετική Διοίκηση «υπερπόντιες επαρχίες»), το φαινόμενο εξ αρχής είχε διαφορετική ένταση στις εκδηλώσεις ανάλογα με τις πολιτικές συνθήκες του τόπου διαμονής εκείνων που το υποδέχθηκαν: Άλλοι ήταν υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή της Βενετικής Δημοκρατίας και άλλοι υπήκοοι ή πάροικοι των Ευρωπαϊκών Αυτοκρατοριών ή των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών, όπου μετά τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, το 1774, η εξουσία είχε ανατεθεί σε Φαναριώτες Έλληνες, ηγεμόνες.

4. Συνηθίζεται στους εκπροσώπους του ελληνικού διαφωτισμού να απονέμεται ο τίτλος του «Δασκάλου του Γένους», καθώς όμως ο όρος έχει καθ’ υπερβολήν χρησιμοποιηθεί ας σημειώσουμε ότι σημαντικοί εκπρόσωποί του υπήρξαν μεταξύ άλλων οι Μεθόδιος Ανθρακίτης 1660 – 1736, Ευγένιος Βούλγαρις 1716 – 1806, Ιώσηπος Μοισιόδαξ 1730 – 1800, Δημήτριος Καταρτζής – Φωτιάδης 1730 – 1800, Ρήγας Βελεστινλής ή Φεραίος (1757 – 1798), Αδαμάντιος Κοραής 1748 – 1833, Νικηφόρος Θεοτόκης (1731 – 1800), Άνθιμος Γαζής (1758 – 1828), Δανιήλ Φιλιππίδης, Γρηγόριος Κωνσταντάς, Νεόφυτος Δούκας, Κωνσταντίνος Οικονόμος, Κωνσταντίνος Βαρδαλάχος, Θεόφιλος Καΐρης και άλλοι.

6. Βακαλόπουλος Α.Ε. «Συμβολή στην Ιστορία και οργάνωση της Φιλικής Εταιρείας». Ελληνικά 12 (1951) σ. 65 – 78. Ριζόπουλος Χ.Α. Οι τέκτονες του 1821, διαφρόντιση Α.Χ. Ριζόπουλος, «Έρμα», Αθήνα (1993 α) σ. 19.

7. Κορδάτος Γ. Ρήγας Φεραίος και βαλκανική Ομοσπονδία, Αθήνα, χχ, σ 117 – 118.

8. The constitutions of the Free – Masons, containing the History, Charges, Regulations etc of the most Ancient and Right Worshipful Fraternity σ. 50 .

9. William Preston Esq. Illustrations of Masony, Λονδίνο, 1821 ( 13th edition) σ. 201 και Ριζόπουλος Χ.Α. Οι τέκτονες του 1821 ο.π. Alec Μellor, Les Mythes maconiques (Le mythe des Lumieres) σ. 125 André Bouton Les Franc – Macons manceaux et la Révolution Francaise 1741 – 1815 σ. 249. Ριζόπουλος ΑΧ, οπ σ. 16 – 17 και σημ. 4.

10. Abbé Augustin Barruel Memoires pour server á l’ Histoire du Jacobinisme. Ριζόπουλος Α.Χ., Οι τέκτονες οπ σ. 15 – 16.

11. Ριζόπουλος Α.Χ. Οι τέκτονες οπ σ. 15 – 16. Πρβλ γενικότερα τις αξιοπρόσεχτες απόψεις των Χ.Α. Ριζόπουλου και Α.Χ. Ριζόπουλου, οι Τέκτονες, οπ passim.

12. Το 1856 κυκλοφόρησε στην Αθήνα το βιβλίο «Επιστολαί ή τα κατά την Επανάστασιν της Ελλάδος και τα προ αυτής συμβάντα, ανέκδοτα πολιτικά και θρησκευτικά μυστικοσυμβούλια. Ήτοι Εταιρείαι της Aσίας και της Eυρώπης ως προς την Ελλάδα και της Ελλάδος ως προς εαυτήν. Σύγγραμμα λίαν περίεργον υπό Παναγιώτου Καλέβρα Ιερολοχίτου, πρώην ειρηνοδίκου Αθηνών, Λοχαγού της Βασιλικής Φάλαγγος και Αποστόλου της Εταιρείας του Φοίνικος και των Φιλικών. Μέλους δ’ επίσης των Εταιρειών της Αθηνάς, του Λέοντος, του Ροπάλου του Ηρακλέους, του Γεροπυριοβόλου του Ολύμπου, των Φιλορθοδόξων, της Μεγάλης Ιδέας και της Φιλαδελφότητος εν Αθήναις… 1856. Πρόκειται για απομνημονεύματα, υπό τύπον 36 επιστολών, του λογίου εμπόρου Φιλικού και Αγωνιστή της Επαναστάσεως Παναγιώτη Καλέβρα, ο οποίος αναφέρεται στη συμμετοχή του σε διάφορες μυστικές εταιρείες από το 1812 και μετά. Στην πρώτη επιστολή (5 Οκτ. 1854) αναφέρει ότι, κατά την είσοδο των Γάλλων αυτοκρατορικών στη Μόσχα, φιλοξένησε στο σπίτι τού Γιαννιώτη εμπόρου Ζώη Ζωσιμά, του οποίου είχε την φροντίδα, τους Έλληνες Νικόλαο Αρτινό και Λέοντα Λεοντίδη από την Κωνσταντινούπολη «άνδρες πεπαιδευμένους και κατόχους της ρωσικής γλώσσης» οι οποίοι απεδείχθησαν κατάσκοποι των Γάλλων. Αυτοί τον κατήχησαν εις την «εταιρείαν της Αθηνάς», την οποίαν, όπως τον βεβαίωσαν, γνώριζε και ο Ναπολέων. Η εταιρεία είχε ως σκοπό: «…την απελευθέρωση της ελληνικής φυλής από τους Τούρκους, ώστε να κυβερνηθεί από τους Γάλλους, διορισθησομένου Αυτοκράτορος του Βυζαντίου ενός των αυταδέλφων του Ναπολέοντος…». Στην δεύτερη επιστολή (10 Οκτ 1854) αναφέρεται στα σχέδια: Α) της Μεγάλης Αικατερίνης να εγκαταστήσει ως αυτοκράτορα της νέας βυζαντινής αυτοκρατορίας τον εγγονό της, Κωνσταντίνο, (γι’ αυτό η επιμελημένη ελληνική εκπαίδευσή του, όπως και των αδελφών του Αλεξάνδρου, Νικολάου και Μιχαήλ) και στον καταλυτικό ρόλο του Ευγένιου Βούλγαρι, ιδιαίτερα στις συνεννοήσεις της με τον Βολταίρο και Β) του Βοναπάρτη να υποκαταστήσει την οθωμανική διοίκηση με νέα γαλλική είτε δημιουργώντας επαναστατικές κινήσεις μεταξύ των Ελλήνων, με την αποστολή των αδελφών Δήμου και Νικολάου Στεφανοπούλου στην Ελλάδα (είναι αυτοί που μεταξύ άλλων δημιούργησαν και τον μύθο της ελληνικής καταγωγής του από την οικογένεια Καλομέρη) είτε προσεταιριζόμενος διάφορους βαλκάνιους τοπάρχες (ντερεμπέιδες), χριστιανούς και μουσουλμάνους, με τη βοήθεια του Ρήγα Φεραίου. Στην τρίτη επιστολή (15 Οκτ 1854) ο Καλέβρας αναφέρει ότι, όταν ο Ζωσιμάς έμαθε από αυτόν τα σχετικά με την «Εταιρείαν της Αθηνάς», τον μύησε στην « Εταιρία του Φοίνικος» που δημιουργήθηκε από Έλληνες «διά τον φωτισμόν του Έθνους» και ως προθάλαμός της χρησιμοποιήθηκε η «Εταιρεία των Φίλων των Μουσών», που, όπως είπαμε, ίδρυσε ο Καποδίστριας για την ανάσχεση του βρετανικού ελέγχου στην Αθήνα. Μέλη του Φοίνικα υπήρξαν ο πρώην ηγεμών της Βλαχίας Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο Νικόλαος Σκουφάς και ο ιατρός Χρισταρής στο Βουκουρέστι, στον οποίο τον έστειλε ο Ζωσιμάς, για να «σπουδάσει και να αναδειχθεί χρήσιμος εις το μέλλον». Στο Βουκουρέστι το 1817 τού έγινε πρόταση να του απονεμηθεί βαθμός ευγενείας από τον ηγεμόνα της Βλαχίας Αλέξανδρο Σούτσο, βεβαίως, μετά την καταβολή κάποιου χρηματικού ποσού στο ταμείο της ηγεμονίας. Όμως, κατά τη διαδικασία της μυήσεως το 1818, αντελήφθη ότι πρόθεση ήταν η εισαγωγή του στην «Εταιρεία του Λέοντος», η οποία είχε ως σκοπό την διατήρηση και στην επέκταση των προνομίων των Φαναριωτών, γεγονός που τον ανάγκασε να αρνηθεί να συνεχίσει. Όταν έγινε γνωστή η άρνησή του, οι Σκουφάς και Ξάνθος τον εισήγαγαν στην «Εταιρία των Φιλικών» το 1819, ως μέλος της οποίας, στη συνέχεια, έλαβε μέρος στην επανάσταση στις Ηγεμονίες με τον Ιερό Λόχο. Μετά την συντριβή της επανάστασης στις ηγεμονίες, κατέβηκε στην Πελοπόννησο, όπου εντάχθηκε στο σώμα του Νικηταρά. Οι υπηρεσίες του αναγνωρίσθηκαν από τον βασιλέα Όθωνα, ο οποίος τον έκανε λοχαγό της Φάλαγγος και του απένειμε το Αριστείο του Αγώνος. Την πληροφορία χρεωστώ στον φίλο κύριο Αθανάσιο Θ. Κοσμόπουλο, cPhD, τον οποίο για άλλη μια φορά ευχαριστώ.

13. Χιώτης Π., Ιστορία του Ιονίου Κράτους από συστάσεως αυτού μέχρις Ενώσεως (έτη 1815 – 1864 ) τομ. Α, Εν Ζακύνθω 1874α σ. 319

14. Χιώτης Π., οπ σ. 320 – 321, 322 – 325

15. Χιώτης Π., οπ σ. 326 – 328, 333, 346, 348 – 349
16. Σημειώνεται ότι οι συνωμοτικές πρακτικές επέβαλαν οι βεβαιώσεις είσπραξης των εισφορών να παρουσιάζουν διάφορους σκοπούς. Έτσι συναντάμε «αφιερωτικές» επιστολές Επτανησίων Φιλικών, στις οποίες οι προσφορές αναφέρονται ως εξής: Από τον δάσκαλο Θεοδόσιο Δημάδη «..συνάζονται συνδρομηταί … δι’ έκδοσιν αναγκαίων βιβλίων και ωφελίμων εις ανατροφήν των νέων …..». Από τον Διονύσιο κόμη δε Ρώμα «…ένα ξενοδοχείον οικοδομείται εν Αθήναις προς καταφυγήν των οδοιπορούντων Ελλήνων περί του οποίου η ευγενία σας φροντίζει περισσώς …». Από τον Νικόλαο Επισκοπόπουλο « … το εν Οδέσσα σχολείο τελεσφορεί και πολλοί χριστιανοί δεν παύουν να το βοηθούν ακαταπαύστως …». Από τον καπετάνιο Βαλιάνο Γερ. Μεταξά «… έχοντες το νεοσυστημένον σας εμπόριον σας αφιερώνω τον εαυτόν μου και το καράβι μου, να το μεταχειρισθήτε κατά την θέλησίν σας όποτε καιρόν το ζητήσετε (…) υπόσχομαι να είμαι έτοιμος να υπακούσω κάθε σας προσταγήν σωματικώς και χρηματικώς το κατά δύναμιν και δέκα καλούς μαρινάρους ετοιμασμένους με όλα τους τα αναγκαία με ίδια μου έξοδα…» (Χιώτης Π ., οπ σ. 353, 396.



Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΜΑΣ

Του αδ:. Μ:.Κ:.Π:. 18ο
Είναι σαφές σήμερα ότι βιώνουμε κρίση σε όλα τα επίπεδα στην χώρα μας, πρωταρχικά όμως κρίση αξιών. Βεβαίως δεκαετίες τώρα παραδεχόμαστε σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ότι η κοινωνία μας πάσχει από τη γενίκευση του ατομικισμού, από την αμφισβήτηση των θεσμών, από την έλλειψη αλληλεγγύης και κοινωνικής συνείδησης και από αμοιβαία καχυποψία των πολιτών μεταξύ τους, αλλά και προς το κράτος, όπως και του ιδίου του κράτους προς τους πολίτες. Όλα αυτά μαζί και άλλα, τα οποία εκ παραδρομής δεν αναφέρουμε, αποτελούν παθογένειες διαβρωτικές κατ’ αρχήν και διαλυτικές στη συνέχεια για την κοινωνία μας αλλά και την πολιτεία μας εν γένει. Η κρίση αξιών έφερε τελικώς την επίπλαστη κρίση ιδεολογιών, την κρίση θεσμών, την κρίση πίστης και εμπορίου, την κρίση στην οικονομία.

Σήμερα έχουμε αρχίσει να βιώνουμε τα επίχαιρα της πολυσχιδούς αυτής κρίσης. Περπατώντας κανείς στους δρόμους διαισθάνεται στην ατμόσφαιρα ότι η χώρα βρίσκεται σε παρακμή. Αντικρίζει τα κατσουφιασμένα πρόσωπα των δημοσίων υπαλλήλων, η πλειονότης των οποίων κατέκτησε την πολύτιμη θεσούλα του στο δημόσιο με οικογενειακή παρέμβαση ή με παρέμβαση του σογιού του και στη συνέχεια διεύρυνε τα εργασιακά του δικαιώματα και τις απολαβές του με σειρά απεργιακών κινητοποιήσεων στις οποίες αισθανόταν υπερήφανος να συμμετέχει ή και να πρωτοστατεί, χωρίς να υπολογίζει την ταλαιπωρία των πολιτών τους οποίους είχε ορκισθεί να υπηρετεί.

Περπατώντας στο δρόμο οσφραινόμαστε την μιζέρια, την απογοήτευση, την έλλειψη ελπίδας και ονείρου. Βλέπουμε τους μαγαζάτορες όρθιους στις εισόδους των καταστημάτων τους αναμένοντας τον πρώτο πελάτη εναγωνίως και παρακολουθώντας τους δεκάδες γερασμένους περαστικούς, οι οποίοι με την σειρά τους παρακολουθούν τους μαγαζάτορες – κάπως χαιρέκακα, είναι η αλήθεια – και κυρίως τις μίζερα διακοσμημένες βιτρίνες των καταστημάτων. Καμμία σχέση με την παλιά εικόνα του μαγαζάτορα, ο οποίος καθισμένος στο βάθος του καταστήματός του δεν έδινε σημασία στον περαστικό, μα και ούτε στον πελάτη ο οποίος εισερχόταν στο κατάστημα, σαν να του έδινε σήμα ότι «Αγοράσεις, δεν αγοράσεις, δεν με απασχολεί. Άμα σου κάνει, αλλιώς δίνε του».

Η χώρα έπαψε μετά το ’40 να έχει κοινή ψυχή, κοινή ψυχολογία. Στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 ο καθένας μας απορροφήθηκε στην προσπάθεια για υλοποίηση του δικού του ονείρου και για κοινωνική ανέλιξη, αφού υπήρχε τότε κοινωνική κινητικότητα. Το ’70 υπήρχε ο φόβος του κράτους και του δυσώνυμου «εθνοσωτηρίου» καθεστώτος και η προσπάθεια διατήρησης των κεκτημένων. Το ’80 μας «χτύπησε» την πόρτα το απαξιωμένο, το παραγνωρισμένο κομμάτι της κοινωνίας μας και εμείς του ανοίξαμε, το περάσαμε στο σαλόνι και του δώσαμε να καθίσει στην θέση του οικοδεσπότη. Οι δεκαετίες του ’90 και του 2000, ήσαν δεκαετίες αφασίας ουσιαστικά και φραστικής διαμάχης μεταξύ των «σκληρών» ρητόρων του λεγόμενου «νεοφιλελευθερισμού» από τη μια, οι οποίοι στην πράξη δεν τόλμησαν να υλοποιήσουν τις ρηξικέλευθες προτάσεις τους, και των σκληροτράχηλων συνδικαλιστών από την άλλη, οι οποίοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο επέβαλαν ως σήμερα την πραγματικότητά τους.

Σήμερα καλείται μια ίδια κυβέρνηση, με σχεδόν το ίδιο στελεχιακό δυναμικό, προερχόμενη από το ίδιο πολιτικό σύστημα, ψηφισμένη από τους ίδιους ανθρώπους, με την ίδια νοοτροπία, να υλοποιήσει μιαν εντελώς διαφορετική πολιτική και να μας οδηγήσει απότομα και τραυματικά σε μιαν εντελώς διαφορετική Ελλάδα. Όμως το πλήρωμα του σκάφους δεν έχει συνειδητοποιήσει τι έχει ο καπετάνιος στο μυαλό του, δεν ξέρει προς τα πού έβαλε το πλοίο ρότα, δεν έχει καμμία διάθεση να ακολουθήσει σε τελική ανάλυση και ήδη βρίσκεται στην διαδικασία λήψεως της απόφασης ότι δεν πρόκειται να βοηθήσει στην νέα αυτή διαφαινόμενη πορεία.

Και όλα αυτά πρέπει να τοποθετηθούν έτσι αδρά, όπως αποδόθηκαν ως τώρα, σε μια χώρα βαλμένη από τον Θεό ανάμεσα σε αλλόπιστους γείτονες, άπληστους, πονηρούς και χωρίς ειλικρινή διάθεση συνεργασίας και συμβίωσης. Όλα αυτά πρέπει να τοποθετηθούν σε μια ρευστή διεθνή πραγματικότητα, όπου η πρώην μόνη υπερδύναμη χρωστάει στην ανερχόμενη και κομμουνιστική Κίνα, η πρώην παρηκμασμένη Ρωσία, αναδύεται ως η κυρίαρχος του ενεργειακού παιχνιδιού. Οι περιφερειακές δυνάμεις Κίνα και Ινδία ετοιμάζονται πυρετωδώς για το μέλλον. Οι πρώην κοσμοκράτειρες ευρωπαϊκές χώρες, έχοντας δώσει στον εαυτό τους μιαν ακόμη ευκαιρία, ίσως την τελευταία, με την σύμπηξη της «Ευρωπαϊκής Ενώσεως», στην οποία δεν δέχθηκαν την Τουρκία από φόβο, κλοτσούν τώρα την ευκαιρία αυτή με την Γερμανία να τραβάει πρώτη αυτοκαταστροφικά την άκρη της και με την «Ένωση» να μένει εν τοις πράγμασι κενό γράμμα, έχοντας απογοητεύσει όσες χώρες ή πολίτες πίστεψαν σε αυτήν και στις προοπτικές της. Όλα αυτά πρέπει να τοποθετηθούν σε ένα φόντο ανεργίας, υπογεννητικότητας και αύξησης των γερασμένων – σωματικά και διανοητικά – πολιτών, κατακλυσμού της χώρας από αρίφνητα στίφη μεταναστών νομίμων ή λαθραίων, αλλοπίστων στην συντριπτική τους πλειονότητα.

Ποιος, αν ερωτάτο μες την ευτυχία του ’87 ή του ’88 ή και του ’98, θα δεχόταν ότι λίγα χρόνια μετά η χώρα θα βρισκόταν αβοήθητη ουσιαστικά να βουλιάζει στα χρέη και να τελεί υπό διάλυση κοινωνική, πολιτιστική, πολιτειακή, οικονομική; Και όμως η κατάρρευση, ιδού, έρχεται πολύ πιο απότομα και πολύ πιο άμεσα και εύκολα σε σχέση με την ανάκαμψη ή την ανάπτυξη.

Βεβαίως εδώ δεν επιθυμώ, περιγράφοντας έτσι ζωηρά την πραγματικότητα που όλοι βιώνουμε, να κάνω κήρυγμα απαισιοδοξίας ή καταστροφολογίας. Είναι γνωστό πως στην σύγχρονή μας εποχή τα κράτη δεν εξαφανίζονται λόγω οικονομικής κρίσης. Είναι γνωστό πως δεν καταρρέουν τα σύγχρονα κράτη έτσι εύκολα όπως γινόταν με τα κράτη της Αρχαιότητας, του Μεσαίωνα ή της Αναγέννησης. Η αρχή της παγκόσμιας σταθερότητας επιβάλει να στηριχθεί το κράτος μας όσο είναι δυνατό εξωτερικά, αλλά κυρίως εσωτερικά. Κοινώς μόνοι μας πρόκειται να βγάλουμε τα κάστανα από τη φωτιά, έστω και αν υποστούμε εγκαύματα δευτέρου βαθμού.


Και εδώ ακριβώς υπεισέρχεται το χρέος του θεσμού μας. Χρέος βαθύ και εσωτερικό, όπως εσωτερικός είναι και ο ίδιος ο θεσμός μας, παρά τα εντυπωσιακά εξωτερικά του γνωρίσματα (μεγαλειώδεις τίτλοι και προσφωνήσεις, λαμπρές τελετές, εντυπωσιακά μέγαρα). Ο σκοπός ύπαρξης του Τεκτονισμού δεν είναι σωτηριολογικός. Αυτή τη σπουδαία αποστολή έχουν τα θρησκεύματα. Ο σκοπός του Τεκτονισμού είναι ηθικός και όλες του οι λειτουργίες είναι υποβοηθητικές της προσπάθειας του ανθρώπου για ηθική βελτίωση. Ταυτοχρόνως βέβαια ο Τεκτονισμός είναι αποδεδειγμένο ότι λειτουργεί και ως φορέας εσωτερικών αληθειών της ανθρωπότητας, τις οποίες ο μυημένος ανάλογα με την δική του προσπάθεια συνεχώς ανακαλύπτει, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Το εσωτερικό χρέος του θεσμού μας είναι διττής φύσεως. Πρωταρχικά μας δεσμεύει η ίδια η εθνική ιστορία του ελληνικού Τεκτονισμού. Ο ελληνικός Τεκτονισμός, αν και ποτέ δεν κομματίστηκε, υπήρξε όμως πάντοτε ενεργός πολιτικά. Πολλές φορές ακόμη και σήμερα δημιουργείται μια επικίνδυνη σύγχυση ακόμα και σε έμπειρα μέλη του θεσμού μας. Ταυτίζεται η έννοια πολιτικός (political) με την έννοια κομματικός (partial < political party), με αποτέλεσμα να δυσφορούν κάποιοι όταν αναπτύσσονται πολιτικά ζητήματα. Όμως είναι σαφές ότι ο θεσμός μας είναι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βαθύτατα πολιτικός, ενώ την ίδια ώρα αποφεύγει συστηματικά και με ζήλο την ανάμειξη σε κομματικές έριδες ή ιδεολογικές διαμάχες (π.χ. μαρξισμός-καπιταλισμός, άμεση ή έμμεση δημοκρατία, προεδρευόμενη ή βασιλευόμενη κ.τ.τ.). Και είναι πολιτικός και από την ρητορεία των τυπικών του, όπου σε σημαντικές στιγμές του ετήσιου κύκλου εργασιών κάθε Στοάς υπενθυμίζεται η προτροπή προς τους αδελφούς να είναι πιστοί στην έννομη τάξη και το πολίτευμα της χώρας, προπόσεις εγείρονται στο όνομα του ανωτάτου άρχοντος και του πολιτικού κόσμου της χώρας και ρητά τονίζεται η αντίθεση του θεσμού με κάθε είδους κοινωνικό ή πολιτικό-ανατρεπτικές τακτικές. Αλλά και δομικά είναι βαθιά πολιτικός ο Τεκτονισμός, αφού βοηθώντας άτομα να βελτιώσουν τον εσωτερικό τους άνθρωπο και καλλιεργώντας τους το αίσθημα της ευθύνης και του χρέους έναντι του συνανθρώπου, παραδίδει κατά βάσιν στην κοινωνία άτομα έντονα πολιτικοποιημένα και απολύτως χρήσιμα για την εν γένει λειτουργία και του πολιτεύματος, αλλά κυρίως των κοινωνικών δομών.

Έτσι, ενώ ο Τεκτονισμός καθαρά ως θεσμός δεν πήρε θέση υπέρ σχεδόν καμμιάς εθνικής υπόθεσης (με τις εξαιρέσεις του μακεδονικού αγώνα και της μικρασιατικής εκστρατείας), είχε όμως προετοιμάσει πολλές από τις προσωπικότητες εκείνες αγωνιστών οι οποίοι έδωσαν ακόμη και την ζωή τους και πιο συχνά την περιουσία τους ή την οικογενειακή τους γαλήνη προς όφελος της εκάστοτε εθνικής υπόθεσης. Έτσι έγινε με τους Τέκτονες της Επτανήσου κατά την επανάσταση του 1821, αλλά και προ και μετά αυτής. Έτσι έγινε με τους αδελφούς της Κωνσταντινούπολης οι οποίοι ήσαν οπαδοί της ιδέας του εξελληνισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Έτσι λειτούργησαν οι αδελφοί της Σμύρνης και κατά την μικρασιατική εκστρατεία, αλλά και μετά την κατάρρευση και την καταστροφή.

Ο θεσμός λοιπόν και λεκτικά και ουσιαστικά μας προτρέπει να δραστηριοποιηθούμε. Παράλληλα, όμως, υπάρχει και το ατομικό χρέος κάθε Τέκτονος, ο οποίος θα κληθεί να λογοδοτήσει στο τέλος στην ίδια του την συνείδηση. Οι Τέκτονες καλούνται να υπηρετήσουν με όλη τους την ψυχή την εθνική αναγέννηση, όπως ο καθένας νομίζει, όπως ο καθένας μπορεί. Ο Τέκτων δεν είναι δυνατόν να ιδιωτεύσει και «να τραβήξει την άκρη του». Είναι χρέος του να προσπαθήσει να κάνει τη διαφορά. Πρώτος στην πίστη προς την πατρίδα. Πρώτος στην εφαρμογή των νόμων. Πρώτος στην αυστηρή και αδιαπραγμάτευτη καταδίκη της ευκολίας, η οποία γεννά την αδιαφορία (ωχαδελφισμός), την παρανομία, τον ατομικισμό και τελικά οδηγεί σε κοινωνική αποσύνθεση και κατάρρευση των δομών της χώρας. Ο Τέκτων είναι καταδικασμένος να σκέπτεται πολιτικά. Είναι υποχρεωμένος να εξεύρει λύσεις στα πολιτικά και τα κοινωνικά αδιέξοδα. Είναι εσωτερικά δεσμευμένος να μεταδώσει και στους αμυήτους το πάθος του για τον Τόπο, την αισιοδοξία του για το μέλλον, την ροπή του προς την εργατικότητα, την αφοσίωσή του στις αρχές της οικογένειας και της πίστεως στον Θεό. Ο Τέκτων δεν μπορεί να εμφανίζεται ως μια αλητήρια μορφή «παρτάκια». Αν είναι τέτοιος, δεν είναι Τέκτων. Αποτελεί βαρίδι για τον θεσμό μας, βάρος για την κοινωνία, σκόνη στην πλάτη της γης.

Λοιπόν εν προκειμένω στην σημερινή κατάσταση κρίσης που βιώνει αξιοπρεπώς ακόμη η χώρα μας, ο Τέκτων είναι σίγουρα ανάμεσα σε εκείνους που πρώτοι και καθαρότερα από πολλούς αντελήφθησαν τις διαστάσεις των προβλημάτων και τα αίτια των φαινομένων παρακμής. Πρώτη του μέριμνα να σκεφθεί ώριμα, να αποφασίσει ποια στάση ενδείκνυται να τηρήσει ο ίδιος με γνώμονα το συμφέρον του τόπου, να διαρρήξει οριστικά τους όποιους δεσμούς του με ανθρώπους ανεύθυνους, διεφθαρμένους, ανώριμους. Έπειτα ο Τέκτων πρέπει να εργασθεί σκληρά στο πεδίο του, έχοντας την απόλυτη βεβαιότητα ότι με τον τρόπο αυτόν βοηθάει ασφαλώς την εθνική υπόθεση. Αν πρόκειται για επιχειρηματία, έμπορο, υπάλληλο, τεχνίτη, ο Τέκτων πρέπει να συνεχίσει ή να μάθει να εργάζεται σκληρά. Σκοπός του η αύξηση της παραγωγής, η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών, η χρέωση των υπηρεσιών αυτών με αίσθημα ευθύνης. Οι ώρες τώρα δεν προσφέρονται για γκρίνιες και οργισμένη αναζήτηση ευθυνών. Άλλωστε κατά μία άποψη, που ασπάζομαι, λίγο πολύ είμαστε «όλοι υπεύθυνοι για όλα» και «η δημοκρατία είναι το πολίτευμα της ευθύνης». Οι ώρες απαιτούν περισυλλογή, εργατικότητα, σοβαρότητα. Τέλος ο Τέκτων έχει χρέος να μεταδώσει αυτές τις αρχές τους αμύητους. Ο συμπολίτης πρέπει να ενημερωθεί για την σοβαρότητα της κατάστασης και την κρισιμότητα των ημερών. Ο συμπολίτης πρέπει να αντιληφθεί ότι δεν γίνεται να συνεχίσουμε ως χώρα να ζούμε όπως ζούσαμε παράγοντας όπως παρήγαμε. Ο συμπολίτης πρέπει να νουθετηθεί ως πολίτης υπεύθυνος και να κατανοήσει ότι αν ο ίδιος δεν πάρει την κατάσταση στα χέρια του, αλλάζοντας αρχικά την ίδια την νοοτροπία ευκολίας, που είχε ως τώρα, τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει.

Αυτά όλα αποτελούν το σημερινό χρέος του θεσμού μας κατά την γνώμη μου. Και αν δεν αναληφθεί με γενναιότητα το χρέος αυτό από όλους μας, τότε θα έχουμε μόνοι μας μετατρέψει τον θεσμό μας σε μουσειακό είδος. Θα έχουμε μετατρέψει τον Τεκτονισμό σε θλιβερό παρατηρητή των γεγονότων και ουρά των εξελίξεων. Έτσι δεν θα καταφέρουμε παρά να απαξιώσουμε σε τελική ανάλυση τους ίδιους μας τους εαυτούς ως μέλη μιας τέτοιας άχρηστης (useless) πλέον οργάνωσης. Πρέπει να σκεφθούμε και σοβαρά να αποφασίσουμε πώς θα μας βρει η αμέσως επόμενη ημέρα, μετά την κρίση, όποτε και αν έρθει αυτή. Θα στέκουμε σε ολιγομελείς, θλιβερές Στοές, μόνοι και απαξιωμένοι καμώνοντας τους ένδοξους συνεχιστές μιας λαμπρής, μακραίωνης παράδοσης ή θα είμαστε περήφανοι για την έμπρακτη συμβολή μας στις παντοειδείς προσπάθειες για εθνική ανάταση και οριστική έξοδο από την κρίση, μέσα σε πολυπληθείς, ισχυρές και άλκιμες Στοές με παρελθόν, παρόν και πολλά υποσχόμενο μέλλον; Το ερώτημα στέκει αδυσώπητο και περιμένει από όλους μας σοβαρή και υπεύθυνη απάντηση όχι στα λόγια, αλλά με έργα.